φατούρα

φατούρα
η, Ν
ναυτ. τιμολόγιο αποστολής εμπορευμάτων, στο οποίο αναγράφονται αναλυτικά τα είδη και η ποσότητά τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. fattura «τιμολόγιο»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • φατούρα — η (λ. ιταλ.), τιμολόγιο εμπορευμάτων, λογαριασμός που έχει γραμμένη την αξία των εμπορευμάτων και την τιμή του καθενός τους …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”